banner banner banner
Κριτήριο Λάιμπνιτς
Κριτήριο Λάιμπνιτς
Оценить:
Рейтинг: 0

Полная версия:

Κριτήριο Λάιμπνιτς

скачать книгу бесплатно


<Η Μπράις είναι ακόμη σε διάλειμμα. Σε λίγο θα είναι εδώ>, τους ενημέρωσε ο ΜακΚίντοκ.

Ο Ντρου πρόσεξε ότι ο Πρύτανης είχε μαύρους κύκλους στα μάτια και νυσταγμένη έκφραση. Θα πρέπει να πέρασε τη νύχτα στη φιλενάδα του, γιατί έτσι ήταν πάντα την επομένη. Ο Ντρου τον ζήλευε λίγο, αλλά μπορούσε να παραδεχτεί ότι δεν ασχολούταν και πολύ με το να βρει γυναίκα. Προφανώς, ο ΜακΚίντοκ ήταν πιο ικανός ή πιο τυχερός.

<Η ερευνητική ομάδα θα είναι εδώ, εντός δύο ημερών, ΜακΚίντοκ. Υπολογίζουμε να ξεκινήσουμε, σύντομα, τις εργασίες>, τον ενημέρωσε ο Ντρου.

Ο Πρύτανης κοίταξε τον Μαρρόν. Τον κοίταξε καλά-καλά και μετά του απεύθυνε τον λόγο, για πρώτη φορά, από τότε που ξεκίνησε το όλο θέμα.

<Εσύ, λοιπόν, είσαι ο φοιτητής του Λέστερ>, αναφώνησε σκεπτικός. <Αυτός εδώ…> έγνεψε αστειευόμενος προς τον Ντρου <…λέει ότι εσύ παρατήρησες το φαινόμενο που παρήγαγε ο εξοπλισμός. Έτσι είναι;>

Ο Μαρρόν ντράπηκε επιπλέον, επειδή ήταν μπροστά στον άνθρωπο με το πιο υψηλό αξίωμα του Πανεπιστημίου.

<Ε.. ναι, κύριε. Έτσι έγινε. Χάρη στα μοναδικά χαρακτηριστικά της συσκευής που έφτιαξε ο καθηγητής Ντρου και σε μία σειρά ευτυχών συμπτώσεων, είχα το προνόμιο να παρατηρήσω αυτό το φαινόμενο. Τώρα, μπορούμε να το μελετήσουμε σε βάθος και με την ερευνητική ομάδα που συνέθεσε ο καθηγητής…>

Στο μεσοδιάστημα, η καθηγήτρια Μπράις άνοιξε διάπλατα την πόρτα και μπήκε μέσα, με το φλιτζάνι με το τσάι ακόμη στα χέρια της και χωρίς να πει λέξη, πήρε μία καρέκλα και την ακούμπησε με δύναμη στο πάτωμα, δίπλα από το γραφείο. Κάθισε και κοίταξε τον Πρύτανη με μάτια που έβγαζαν φλόγες.

<Λοιπόν;> είπε με έπαρση.

Ο ΜακΚίντοκ ήταν συνηθισμένος στις προκλητικές συμπεριφορές της γυναίκας και δεν θύμωνε, πλέον.

<Εκρηκτική Καθηγήτρια Μπράις, Μέγκαν…>, προσπαθούσε να τη μαλακώσει αποκαλώντας την με το μικρό της όνομα, αλλά εκείνη ως απάντηση στένεψε το δεξί της μάτι και γύρισε προς τα κάτω τις γωνίες του στόματός της. Χτύπησε το φλιτζάνι στην επιφάνεια του γραφείου, χύνοντας τσάι πάνω στις σημειώσεις του Πρύτανη και σε ένα μικρό αρχαίο αμφορέα, που είχε πάνω στο έπιπλο, σταύρωσε τα χέρια και τον κοίταξε με ακόμη πιο θανάσιμο βλέμμα.

<Ναι, Λάχλαν;> είπε ειρωνικά.

Ο ΜακΚίντοκ ξεφύσησε.

<Χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας για μία έρευνα…>

<Αν έχετε χάσει τα κλειδιά, να φωνάξετε κλειδαρά. Εγώ έχω καλύτερα πράγματα να κάνω!>

<Καταραμένη, Μπράις!> ξέσπασε ο ΜακΚίντοκ χτυπώντας τη γροθιά του πάνω στο γραφείο κάνοντας εκείνος, τώρα, το τσάι να πεταχτεί από το φλιτζάνι της Καθηγήτριας. Εκείνη αναπήδησε τρομαγμένη, πάνω στην καρέκλα. Στο μεταξύ, ο Πρύτανης συνέχισε έντονα:

<Αν έβαλα να σας καλέσουν ήταν γιατί σας χρειάζομαι, αλλιώς θα μπορούσα να κάνω και χωρίς αυτό, μετά χαράς, δεδομένου ότι δεν χαίρομαι καθόλου να σας έχω μέσα στα πόδια μου. Έγινα σαφής;>

Η Καθηγήτρια έγινε κάτασπρη σαν πανί και τον κοιτούσε με προσήλωση, χωρίς να κουνήσει ούτε το δαχτυλάκι της.

Ο ΜακΚίντοκ συνέχισε, πιο ήρεμος:

<Τον καθηγητή Ντρου τον ξέρετε ήδη. Αυτός είναι ο φοιτητής της Φυσικής, Τζόσουα Μαρρόν>. Η Μπράις έστρεψε τα μάτια της που τρεμόπαιζαν προς τον φοιτητή και τα έστρεψε ξανά στον Πρύτανη, άναυδη. Εκείνος συνέχισε.

<Ανακάλυψαν ένα επαναστατικό φαινόμενο και ετοιμάζονται να το μελετήσουν με μία ερευνητική ομάδα που θα αποτελείται από τους καλύτερους επιστήμονες που υπάρχουν και οι οποίοι επελέγησαν από τον Ντρου. Εφόσον η έρευνα εμπλέκει και έννοιες Βιολογίας, θεωρούμε ότι είστε το πιο κατάλληλο άτομο για αυτή τη δουλειά. Είστε μαζί μας;> κατέληξε αποφασιστικά.

Η Καθηγήτρια έμεινε ακίνητη για λίγο, μετά χαλάρωσε το κορμί της και πήρε την πρώτη ανάσα, αφότου ο ΜακΚίντοκ χτύπησε τη γροθιά στο τραπέζι. Δεν είχε αναπνεύσει, καν, από εκείνη τη στιγμή.

<Κύριοι, συγχωρείστε τη συμπεριφορά μου. Πρύτανη, είπατε χρήση εννοιών Βιολογίας; Με ποιο σκοπό;>

Ο ΜακΚίντοκ κοίταξε τον Ντρου, ο οποίος παρενέβη με ευθυμία, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.

<Καθηγήτρια, αρχικά, πρέπει να σας πω ότι είναι μία μυστική έρευνα>. Η Μπράις στένεψε τα μάτια. Ο Ντρου συνέχισε:

<Είμαστε σε θέση να μετακινούμε ύλη στιγμιαία, ανάμεσα σε δύο σημεία, που βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους. Τα αντικείμενα που βρήκατε τις προάλλες στην πολυθρόνα σας, προέρχονταν από το εργαστήριο Φυσικής, στο οποίο εγώ και ο φοιτητής Μαρρόν πειραματιζόμαστε πάνω στο φαινόμενο που μόλις ανακαλύφθηκε. Μας συγχωρείτε για την αναστάτωση που σας προκαλέσαμε, αλλά δεν μπορούσαμε να ξέρουμε που θα κατέληγε αυτό το πράγμα>. Η Μπράις άνοιξε διάπλατα τα μάτια της για μία στιγμή και, μετά, συνέχισε να ακούει με προσοχή.

Ο Ντρου συνέχισε να εξηγεί:

<Με την επιστημονική ομάδα που επέλεξα θα προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε τη θεωρία που εξηγεί το φαινόμενο που ανακαλύψαμε, έτσι θα πρέπει να δοκιμάσουμε να μετακινήσουμε ακόμη και ζωντανές υπάρξεις, φυτά και ζώα. Η βοήθειά σας θα είναι καθοριστική>.

<Γιατί το ζητάτε ειδικά από μένα; Υπάρχουν πολλοί άξιοι εν ενεργεία Βιολόγοι>, ρώτησε η καθηγήτρια.

<Η συσκευή που οδηγεί στη μεταφορά, έχει, εντελώς τυχαία, ως προορισμό την πολυθρόνα σας. Δεν ξέρουμε ακόμη πώς να αλλάξουμε τις συντεταγμένες, έτσι η πρώτη φάση του πειράματος θα προχωρήσει, χρησιμοποιώντας και το γραφείο σας. Θα μας βοηθήσετε;>

Η Μπράις άλλαξε εντελώς έκφραση. Τώρα ήταν σαν χαζή, σαν φοιτήτρια στις πρώτες τις εμπειρίες στο εργαστήριο. Ίσως, αυτή να ήταν η πραγματική καθηγήτρια Μέγκαν Μπράις: μία επιστήμων που είχε, απλώς, ανάγκη να αντιμετωπίσει μία πρόκληση, που θα την απομάκρυνε από τη διδασκαλία σε άτακτους κι απρόσεκτους φοιτητές.

<Φυσικά, Καθηγητά Ντρου>, αναφώνησε. <Αλλά θα σας κοστίσει λίγο…>

Ο Ντρου την κοίταξε με απορία κι εκείνη συνέχισε:

<Τώρα ξέρω σε ποιον να στείλω το λογαριασμό από το καθαριστήριο που μου καθάρισε τη φούστα!> του τόνισε και βγήκε χαμογελώντας από το γραφείο.

Οι τρεις άντρες έμειναν σιωπηλοί για λίγο και, μετά, ο ΜακΚίντοκ κατέληξε:

<Είναι καλή γυναίκα, κατά βάθος. Πρέπει να πιέζεται συνεχώς και πολύ με τη ζωή που ζει. Πρέπει να την καταλάβουμε. Όμως, τώρα, σκέφτομαι ότι αυτό το εγχείρημα θα την φέρει σε κατάσταση χαράς και αυτό θα είναι βολικό και για εκείνη και για την έρευνά μας>.

<Αμήν!> σχολίασε ο Ντρου.

<Επιπλέον, Λέστερ>, συνέχισε ο Πρύτανης, <επιβεβαίωσες ότι το εργαστήριο όπου έχεις το πείραμα είναι ακόμη σφραγισμένο; Εγώ το έκλεισα επισήμως, όταν μου το ζήτησες χθες>.

<Ήταν το πρώτο πράγμα που κάναμε>, απάντησε ο Ντρου, ενώ σηκωνόταν ακολουθούμενος από τον Μαρρόν. <Θα τα ξαναπούμε, όταν θα φτάσουν οι επιστήμονες. Αντίο, Λάχλαν>.

<Εις το επαναδείν, πρύτανη ΜακΚίντοκ>, χαιρέτησε με σεβασμό ο Μαρρόν.

Το εργαστήριο είχε ακόμη τις αυτοκόλλητες ταινίες σφράγισης πάνω στην πόρτα και μία καλοφτιαγμένη καρτέλα συνόδευε τα προειδοποιητικά ορνιθοσκαλίσματα του Ντρου, από τη νύχτα της ανακάλυψης.

Ο καθηγητής απομάκρυνε τις ταινίες και οι δυο τους μπήκαν μέσα, για πρώτη φορά από τότε. Όλα ήταν όπως τα είχαν αφήσει. Τα πολυάριθμα εργαστήρια Φυσικής του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ φρόντιζαν η μη διαθεσιμότητα αυτού του σφραγισμένου εργαστηρίου να μην παρεμποδίζει τις διδακτικές δραστηριότητες.

Βγήκαν κι ο Ντρου ξανασφράγισε το εργαστήριο, χρησιμοποιώντας νέες ταινίες που είχε πάρει προηγουμένως από τη γραμματεία.

Επέστρεψαν στο γραφείο του Ντρου και πέρασαν το υπόλοιπο της ημέρας τακτοποιώντας της σημειώσεις του πειράματος, ετοιμάζοντας πίνακες και γραφήματα και μία σύντομη συσχέτιση των ενεργειών που πραγματοποιήθηκαν και τον αποτελεσμάτων που εξήχθησαν, με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να παρέχουν στα μέλη της ερευνητικής ομάδας ένα σύνθετο πλαίσιο, το οποίο θα εξαντλούσε το υπό μελέτη ζήτημα. Θα ήταν ένας διακριτικός τρόπος να ξεκινήσουν, αλλά ο Ντρου αισθανόταν ότι ο δρόμος που θα είχαν να διανύσουν θα ήταν μακρύς και δύσβατος.

Την επόμενη μέρα, ο Ντρου έκανε τα συνήθη μαθήματά του, ενώ ο Μαρρόν έμεινε στο δωμάτιό του για να μελετήσει.

Το βράδυ, ο Καμαράντα έφτασε στο Μάντσεστερ. Με ένα ταξί έφτασε κατευθείαν στον τόπο διαμονής που είχαν κλείσει μέσω του Πανεπιστημίου, μετά τηλεφώνησε στον Ντρου για να τον ενημερώσει για την άφιξή του. Πήγε για δείπνο και μετά κοιμήθηκε. Το επόμενο πρωί, περιμένοντας τους άλλους επιστήμονες, που θα έφταναν εκείνη την ημέρα, πήγε στο Πάρκο Σάκβιλ, λίγο έξω από το Πανεπιστήμιο και κάθισε να διαλογιστεί στο παγκάκι που φιλοξενούσε το άγαλμα του Τούρινγκ

. Για εκείνον, ήταν σαν να ήταν κάτω από την ινδοσυκή του.

Ο Κομπαγιάσι, η Μαόκο και ο Σουλτς έφτασαν το απόγευμα. Η Νόβακ εμφανίστηκε το βράδυ.

Η πρώτη συνάντηση είχε κανονιστεί για το επόμενο πρωί, στις εννέα, στο εργαστήριο του πειράματος.

Η περιπέτεια ήταν έτοιμη να ξεκινήσει.

Κεφάλαιο IX

Άλλοι κάθονταν σε καρέκλες, άλλοι σε σκαμνιά, οι συμμετέχοντες στη συνάντηση ήταν σε ημικύκλιο γύρο από τον πάγκο, πάνω στον οποίο o μηχανικός εξοπλισμός που είχε κατασκευάσει ο Ντρου, φαινόταν σαν το ανώνυμο πρωτότυπο κάποιου πειράματος ηλεκτροδυναμικής. Ο καθηγητής ήταν δίπλα στις μικρομετρικές ρυθμίσεις, ενώ ο Μαρρόν καθόταν στον υπολογιστή.

Ο Ντρου πήρε τον λόγο.

<Ο εξοπλισμός που βρίσκεται μπροστά σας είναι, προφανώς, σε θέση να ανταλλάξει τις θέσεις μεταξύ δύο τμήματα χώρου που βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους. Πρακτικά, αυτό που είναι στο σημείο Α θα αλλάξει στη στιγμή θέση με αυτό που βρίσκεται στο σημείο Β>.

Σε αυτή την ανακοίνωση, ο Σουλτς άνοιξε διάπλατα τα μάτια του, ίσως υποδηλώνοντας τη συνειδητοποίηση αυτού που τον έκαναν να προβλέπει οι μελέτες του πάνω στη σχετικότητα.

Ο Καμαράντα παρέμεινε προσηλωμένος, όπως στον διαλογισμό, ενώ ο Κομπαγιάσι άρχισε να παρατηρεί με ένα μικρό ειρωνικό χαμόγελο τη γεννήτρια υψηλής τάσης και τις συνδέσεις μεταξύ των διαφόρων μερών της συσκευής. Η Μαόκο, στο πλάι του, κοιτούσε σκεπτική το Μηχάνημα.

Η Νόβακ παρατηρούσε ψυχρή το σκηνικό, χωρίς να δείχνει κάποια αντίδραση, ενώ η Μπράις χαμογελούσε περιμένοντας, εναγωνίως.

Ο ΜακΚίντοκ καθόταν με τα χέρια σταυρωμένα και περίμενε.

<Τώρα θα κάνουμε μία επίδειξη του φαινομένου. Το σημείο Α είναι πάνω σε αυτή την πλάκα>, συνέχισε ο Ντρου δείχνοντας τα αντίστοιχα τμήματα. <Το σημείο Β είναι τοποθετημένο πάνω στην πολυθρόνα της καθηγήτριας Μπράις, μέσα στο γραφείο της, σε απόσταση 300 μέτρων από εδώ. Έχουμε τοποθετήσει μία κάμερα που βιντεοσκοπεί την πολυθρόνα. Η οθόνη δίπλα στην πλάκα είναι συνδεδεμένη με την κάμερα>.

Ο Ντρου έβγαλε μέσα από ένα κουτί ένα κομμάτι λευκού πλαστικού και το ακούμπησε πάνω στην πλάκα.

<Παρατηρήστε το πλαστικό και την οθόνη δίπλα>.

Όλοι έστρεψαν τα μάτια τους εκεί που τους υπέδειξε.

Με χαμηλή φωνή, ο Ντρου έδωσε εντολή στον Μαρρόν:

<Πάμε!>

Ο Μαρρόν πάτησε ένα κουμπί κι αμέσως το πλαστικό εξαφανίστηκε από την πλακέτα και εμφανίστηκε στον χώρο της κάμερας, να αιωρείται, κατεβαίνοντας αμέσως στην πολυθρόνα της καθηγήτριας Μπράις.

Οι παρευρισκόμενοι έμειναν με κομμένη την ανάσα, σαστισμένοι. Κάποιοι σηκώθηκαν και πλησίασαν, για να εξετάσουν την πλάκα, πάνω από την οποία εξαφανίστηκε το πλαστικό.

Η Νόβακ είχε χλομιάσει, ακόμη περισσότερο από το σύνηθες χλωμό χρώμα των Νορβηγών.

Ο Κομπαγιάσι δεν χαμογελούσε πια. Ζαρώνοντας το μέτωπο παρατηρούσε τη συσκευή, ενώ η Μαόκο είχε τα μάτια ορθάνοιχτα από την έκπληξη.

Ο Σουλτς ακτινοβολούσε. Όρθιος, μπροστά στον πάγκο, κοιτούσε την οθόνη σαν να έδειχνε την γέννηση του πρώτου του παιδιού.

Ο ΜακΚίντοκ ήταν ικανοποιημένος και ήδη αισθανόταν τη χαρά των οικονομικών απολαβών που αυτό θα έφερνε στο Πανεπιστήμιο, ενώ ο Καμαράντα φαινόταν ήδη να διαλογίζεται πάνω στο μαθηματικό μοντέλο αυτού που μόλις είχε δει.

<Καθηγήτρια Μπράις!>, αναφώνησε ο Μαρρόν.

Όλοι στράφηκαν προς την καρέκλα που καθόταν η γυναίκα.

Η καθηγήτρια είχε λιποθυμήσει και είχε πέσει αναίσθητη πίσω, στην πλάτη της καρέκλας, με το κεφάλι γυρισμένο πίσω και τα μάτια τις ακίνητα και στραμμένα προς το πλάι.

Ο Πρύτανης την έγειρε μπροστά και την ταρακούνησε με δύναμη από τους ώμους.

<Μέγκαν! Μέγκαν!>, ούρλιαξε.

Η Μπράις δεν αντέδρασε και τότε ο ΜακΚίντοκ της έδωσε δύο δυνατά χαστούκια και της ξαναφώναξε:

<Μέγκαν!Μέγκαν!>

Η γυναίκα άνοιξε τα μάτια της και συνήλθε, κοιτώντας με αβεβαιότητα. Ήταν άσπρη σαν πανί.

<Τι…έγινε;> ρώτησε.

<Λιποθυμήσατε, Καθηγήτρια Μπράις>, απάντησε ο Πρύτανης. <Πώς αισθάνεστε τώρα;>

<Καλύτερα, ευχαριστώ. Ζαλίζομαι λίγο, μα θα περάσει. Με πονάνε τα μάγουλά μου, όμως. Δεν καταλαβαίνω>, έκανε η Μπράις μαλάσσοντας τα μάγουλά της.

Ο ΜακΚίντοκ μόλις που κατάφερε να χαμογελάσει, ενώ γύρω του οι υπόλοιποι αντάλλασσαν βλέμματα διασκεδάζοντας με το σκηνικό.

<Ο Μαρρόν, φτιάξε γρήγορα ένα τσάι για την καθηγήτρια. Θα πρότεινα να έχει πολλή ζάχαρη>, είπε ο Ντρου.

Ο φοιτητής πήγε στο κουζινάκι του εργαστηρίου κι άρχισε να ετοιμάζει την τσαγιέρα.

<Φάγατε πρωινό σήμερα, καθηγήτρια Μπράις; Μπορεί να σας έπεσε το σάκχαρο;>, ρώτησε ο Ντρου.

<Ναι, έφαγα πρωινό>, του απάντησε η γυναίκα. <Δεν ήταν η πτώση του σακχάρου που με έκανε να λιποθυμήσω, αλλά η μεγάλη συγκίνηση που ένιωσα βλέποντας το πείραμα!>

Οι παρευρισκόμενοι την κοιτούσαν μπερδεμένοι.

<Μα δεν καταλαβαίνετε;> αναφώνησε η Μπράις. <Με ένα εργαλείο σαν αυτό θα μπορούσαμε να πάρουμε δείγματα από απρόσιτα μέρη, όπως τα βάθη των ωκεανών, τον πυρήνα της Γης, το εσωτερικό των ζωντανών οργανισμών! Και αυτό, χωρίς καμία δυσκολία. Σκεφτείτε τη θεραπεία των ασθενειών. Δεν θα χρειάζεται να κόβουν πια με το νυστέρι την κοιλιά ενός ασθενούς, για να βγάλουν κατά προσέγγιση και μερικώς έναν όγκο. Θα αρκεί να ρυθμιστεί η κατάλληλα ο εξοπλισμός στο μέγεθος του υλικού και να ακολουθήσει η Ανταλλαγή. Ο όγκος, απλώς, θα εξαφανιστεί από το σώμα του ασθενούς, χωρίς να δει νυστέρι. Είμαστε μπροστά σε μία νέα εποχή στο χώρο της Βιολογίας και της Ιατρικής!>.

<Ορίστε το τσάι, καθηγήτρια Μπράις>. Ο Μαρρόν της σέρβιρε το τσάι κι εκείνη το πήρε με ευγνωμοσύνη.

<Φάτε μερικά από αυτά, καθηγήτρια>, παρενέβη η Μαόκο, προσφέροντάς της μερικά μπισκότα που είχε στην τσάντα. <Είναι πολύ θρεπτικά>.

<Ευχαριστώ, δεσποινίς Γιαμαζάκι>, είπε η Μπράις αποδεχόμενη την προσφορά. Ήπιε μία γουλιά τσάι και μετά άρχισε να ροκανίζει τα μπισκότα. <Πράγματι, ωραία. Τι περιέχουν;>

<Μόνο φυσικά υλικά, χωρίς χρωστικές ουσίες και συντηρητικά>, δήλωσε αθώα η Μαόκο. Παρέλειψε να διευκρινίσει ότι σαν βάση είχαν τα φασόλια Ατζούκι, επειδή γνώριζε τη δυσκολία των Δυτικών στην εκτίμηση ενός γλυκού που δεν είχε σαν βάση αλεύρι σιτηρών.

Η καθηγήτρια Μπράις έφαγε με όρεξη και συνήλθε εντελώς.

Στο μεταξύ, οι υπόλοιποι χαλάρωσαν και γύρισαν στις θέσεις τους.

<Δεν είχα σκεφτεί όλες αυτά τα επακόλουθα>, παρενέβη σκεπτικός ο ΜακΚίντοκ, που μέχρι πριν λίγο σκεφτόταν μόνο τη μεταφορά αντικειμένων. <Όντως, οι δυνατότητες εφαρμογής είναι πάρα πολλές. Θα μπορούσαμε να φέρουμε επανάσταση στην Επιστήμη και στην τεχνική μεθοδολογία, με αυτό το σύστημα>.

<Γι’ αυτό είμαστε εδώ>, είπε ο Ντρου απευθυνόμενος σε όλους. <Πρέπει να μελετήσουμε αυτό το φαινόμενο και να το φέρουμε σε σημείο να το ελέγχουμε. Στα πειράματα που κάναμε εγώ κι ο Μαρρόν, ως τώρα, καταφέραμε να αλλάξουμε τη μορφή και τις διαστάσεις του μεταφερόμενου υλικού, αλλά ο προορισμός, δηλαδή το σημείο Β, δεν άλλαξε ποτέ. Ποιος ξέρει γιατί; Τα φυλλάδια που σας μοιράσαμε σήμερα το πρωί, περιλαμβάνουν το σχέδιο της συσκευής και τη λεπτομερή έκθεση κάθε μεταφοράς που έχει γίνει, με τις παραμέτρους που τέθηκαν, τις μικρομετρικές ρυθμίσεις, την ενέργεια που χρησιμοποιήθηκε και το αποτέλεσμα που επετεύχθη. Τώρα είναι απαραίτητο να εμβανθύνουμε στη θεωρητική βάση του φαινομένου>.

<Τι θα ήταν αυτό το Μηχάνημα;> ρώτησε ο Κομπαγιάσι. <Για ποιο λόγο κατασκευάστηκε, αρχικά;>

<Ήθελα να δοκιμάσω ιονισμό αερίων με χαμηλή ενέργεια>, είπε ψέματα ο Ντρου, για να μην αποκαλύψει την παιδαριώδη προσπάθειά του να απαλλαγεί από την αγγαρεία της αδελφής του, για το κούρεμα του γκαζόν.

<Καταλαβαίνω>, είπε ο Κομπαγιάσι αρχίζοντας να ξεφυλλίζει το φυλλάδιο. <Αυτή η γεννήτρια>, έδειξε ένα τμήμα της συσκευής, <δοκιμάσατε να την αντικαταστήσετε και να διαπιστώσετε αν το φαινόμενο θα προέκυπτε και τότε;>

<Φυσικά όχι, Νόμπου. Δεν αλλάξαμε τίποτα, για να μη διατρέξουμε τον κίνδυνο να χάσουμε τη δυνατότητα επιτυχούς διεξαγωγής του πειράματος>.