banner banner banner
Κριτήριο Λάιμπνιτς
Κριτήριο Λάιμπνιτς
Оценить:
Рейтинг: 0

Полная версия:

Κριτήριο Λάιμπνιτς

скачать книгу бесплатно

Κριτήριο Λάιμπνιτς
Maurizio Dagradi

Μια τυχαία επιστημονική ανακάλυψη είναι η αρχή μίας συγκλονιστικής περιπέτειας, που ξεκινά στα όρια της επιστήμης και απειλεί να τα ξεπεράσει. Οι πρωταγωνιστές βρίσκονται σε πρωτόγνωρες και απρόσμενες διαδρομές αντιμετωπίζοντας καταστάσεις πέραν των συνηθισμένων. Αυτή η περιπέτεια της επιστήμης και της τεχνολογίας γίνεται, επίσης, εσωτερική περιπέτεια για ορισμένους από αυτούς, οι οποίοι  ανακαλύπτουν, άγνωστες ως τότε, πτυχές της ιδιωτικής τους ζωής και της σεξουαλικότητάς τους. Μέσα από μία αλληλουχία, πλούσια σε συναρπαστικά γεγονότα και ανατροπές, η ιστορία εμπλέκει τον αναγνώστη και τον κρατά σε αγωνία από την αρχή ως το τέλος.

Table of Contents

Εισαγωγή 1 (#)

Μετά την Εισαγωγή 1 (#)

Πρόλογος 2 (#)

Πρώτο Μέρος 5 (#)

Κεφάλαιο Ι 6 (#)

Κεφάλαιο ΙΙ 8 (#)

Κεφάλαιο ΙΙΙ 13 (#)

Κεφάλαιο IV 16 (#)

Κεφάλαιο V 21 (#)

Κεφάλαιο VI 22 (#)

Κεφάλαιο VII 36 (#)

Κεφάλαιο VIII 39 (#)

Κεφάλαιο IX 50 (#)

Κεφάλαιο X 60 (#)

Κεφάλαιο XI 61 (#)

Κεφάλαιο XII 69 (#)

Κεφάλαιο XIII 73 (#)

Κεφάλαιο XIV 82 (#)

Κεφάλαιο XV 90 (#)

Κεφάλαιο XVI 99 (#)

Κεφάλαιο XVII 109 (#)

Δεύτερο μέρος 115 (#)

Κεφάλαιο XVIII 116 (#)

Κεφάλαιο XIX 128 (#)

Κεφάλαιο XX 139 (#)

Κεφάλαιο XXI 145 (#)

Κεφάλαιο XXII 150 (#)

Κεφάλαιο XXIII 164 (#)

Κεφάλαιο XXIV 174 (#)

Κεφάλαιο XXV 177 (#)

Κεφάλαιο XXVI 183 (#)

Κεφάλαιο XXVII 193 (#)

Κεφάλαιο XXVIII 205 (#)

Κεφάλαιο XXIX 217 (#)

Κεφάλαιο XXX 220 (#)

Κεφάλαιο XXXI 221 (#)

Κεφάλαιο XXXII 230 (#)

Κεφάλαιο XXXIII 240 (#)

Κεφάλαιο XXXIV 255 (#)

Κεφάλαιο XXXV 264 (#)

Τρίτο Μέρος 276 (#)

Κεφάλαιο XXXVI 277 (#)

Κεφάλαιο XXXVII 304 (#)

Κεφάλαιο XXXVIII 313 (#)

Κεφάλαιο XXXIX 325 (#)

Κεφάλαιο XL 333 (#)

Κεφάλαιο XLI 348 (#)

Κεφάλαιο XLII 357 (#)

Κεφάλαιο XLIII 378 (#)

Κεφάλαιο XLIV 385 (#)

Κεφάλαιο XLV 392 (#)

Κεφάλαιο XLVI 400 (#)

Κεφάλαιο XLVII 408 (#)

Κεφάλαιο XLVIII 420 (#)

Κεφάλαιο XLIX 429 (#)

Κεφάλαιο L 436 (#)

Κεφάλαιο LI 446 (#)

Κεφάλαιο LII 457 (#)

Κεφάλαιο LIII 465 (#)

Κεφάλαιο LIV 474 (#)

Κεφάλαιο LV 481 (#)

Κεφάλαιο LVI 499 (#)

Κριτήριο Λάιμπνιτς

του

Maurizio Dagradi

Εισαγωγή

Σε κανέναν δεν αρέσει να διαβάζει εισαγωγές, ούτε και σε μένα, γι’αυτό θα είμαι σύντομος.

Αυτό το βιβλίο θέλει να συμβάλλει στο άνοιγμα της σκέψης πάρα πολλών σκεπτικών ανθρώπων που, ενστικτωδώς, δεν πιστεύουν ότι το Σύμπαν σφύζει από ζωή ή δεν έχουν αντιμετωπίσει ακόμη αυτό το ζήτημα.

Όποιος έχει προσπαθήσει να τους εξηγήσει με τρόπο λιγότερο ή περισσότερο υποστηρικτικό, λιγότερο ή περισσότερο επιστημονικό, λιγότερο ή περισσότερο φιλοσοφικό, το πώς θα έπρεπε να είναι στην πραγματικότητα τα πράγματα, θα έχει σίγουρα διαπιστώσει ότι ο αριθμός των ατόμων που, πραγματικά, κατάφερε να πείσει είναι αμελητέος, σε σχέση με το σύνολο των ατόμων με τα οποία μίλησε. Δεν ξέρω γιατί

δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι εκ γενετής ή αν οφείλεται στις πληροφορίες με τις οποίες έχει έρθει σε επαφή ένας άνθρωπος στη νηπιακή ηλικία, ή αν είναι κάτι άλλο. Γεγονός είναι ότι αυτή η τραγική κατάσταση είναι ταπεινωτική για το ανθρώπινο είδος, το οποίο είναι μόνο ένα από τα πολυάριθμα άλλα είδη στο Σύμπαν.

Μου αρέσει να σκέφτομαι ότι αυτήν την στιγμή κάποιος ονειροπόλος και ματαιόδοξος, σαν κι εμένα, γράφει έναν παρόμοιο πρόλογο σε ένα παρόμοιο βιβλίο, στον πρώτο πλανήτη του Έψιλον Ηριδανού, στην προσπάθεια να πείσει τους αναγνώστες του ότι μπορεί να υπάρχουν κι άλλα είδη, με μόνο δύο πόδια και δύο χέρια, κι ότι ίσως δεν εισπνέουν υγρή φορμαλδεΰδη.

Μετά την Εισαγωγή

Αν φτάσατε ως εδώ, σας αγαπώ. Σας αγαπώ, γιατί έχετε ήδη τη φλόγα ή θέλετε να την ανάψετε.

Στο μεταξύ, αποχαιρετήστε αυτούς που δεν έφτασαν ως εδώ, και τώρα με βρίζουν με τις πιο σκληρές και ταπεινωτικές προσβολές, που μπορούν να εκφράσουν με το λεξιλόγιό τους. Αυτοί θα πάνε στο σημείο πώλησης από όπου αγόρασαν απερίσκεπτα αυτό το καημένο το βιβλίο, θα το χτυπήσουν πάνω στον πάγκο και θα ζητήσουν επιστροφή χρημάτων ή την αντικατάστασή του με άλλο βιβλίο, δείχνοντας στο δύσμοιρο υπάλληλο όλη τους την απογοήτευση, από το γεγονός ότι κάποιος εκδότης είχε τόσο άσχημο γούστο, ώστε να εκδώσει ένα σκουπίδι αυτού του είδους. Αυτά τα άτομα δεν θα πιστέψουν ποτέ μαζί με εμάς σε μία Αλήθεια, αν ποτέ υπήρχε κάποια εκτός της θρησκείας που λατρεύουν, η οποία απαιτεί μία Πράξη Πίστης.

Πρόλογος

Το μαχητικό ελικόπτερο σηκώθηκε στα 10 μέτρα ύψος, πάνω από το δύσοσμο έλος, με τον ουραίο έλικα να σταματά κάπου-κάπου, αφήνοντας την άτρακτο να περιστρέφεται γύρω από το φυσικό της άξονα, αντίθετα από τη φορά του κύριου έλικα. Αμέσως μετά, ο έλικας ξεκινούσε και πάλι και η ευαίσθητη ισορροπία επανερχόταν με επικίνδυνες κλίσεις μέχρι την επόμενη φορά, που θα μπορούσε να είναι και η τελευταία. Χωρίς τον ουραίο έλικα, το ελικόπτερο θα περιστρεφόταν γύρω από τον εαυτό του και οποιαδήποτε πιθανότητα ελέγχου του αεροσκάφους θα πήγαινε σίγουρα χαμένη.

Μέσα στην καμπίνα, ο πιλότος πάλευε να κρατήσει τη στάση πτήσης και τη θέση του αεροσκάφους, λειτουργώντας τα πηδάλια με λεπτότητα και ακρίβεια, που έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με τις γενικές συνθήκες που επικρατούσαν γύρω του: από την αριστερή ωμοπλάτη του προεξείχε ένα κομμάτι γυαλί, που προερχόταν από το αλεξήνεμο της καμπίνας και το οποίο είχε μπει, τουλάχιστον, πέντε εκατοστά μέσα στη σάρκα του. Γύρω από το τραύμα, η στολή πτήσης ήταν γεμάτη αίμα, το οποίο εξαπλωνόταν γρήγορα προς το χέρι και το θώρακα του άνδρα. Πολλά ακόμη κομμάτια γυαλιού ήταν σκορπισμένα στα γόνατά του και στο πάτωμα του πιλοτηρίου.

Στα δεξιά του, ο δεύτερος πιλότος ήταν ξαπλωμένος, γυρισμένος προς τα πίσω, δεμένος στο κάθισμα, με το λαιμό του σκισμένο από ένα άλλο θραύσμα γυαλιού. Το αίμα ανάβλυζε άφθονο από την κομμένη καρωτίδα του, αντλούμενο ασταμάτητα από την ανυποψίαστη καρδιά.

Ο κυβερνήτης προσπαθούσε να κρατήσει σταθερό το ελικόπτερο, πάνω από το καθορισμένο σημείο αλλά, για να το κάνει, έπρεπε να χρησιμοποιήσει μόνο οπτικές αναφορές, καθώς όταν χτυπήθηκε το αλεξήνεμο και τον κάλυψαν τα θραύσματα, στη θέα του συναδέλφου του, έκανε εμετό πάνω στον πίνακα ελέγχου και τώρα σχεδόν όλα τα όργανα ήταν γεμάτα με ένα κιτρινωπό υγρό και δεν φαίνονταν. Με τον ουραίο έλικα πλήρως αναξιόπιστο, δεν μπορούσε να αφήσει ούτε το ένα χέρι από τα πηδάλια, ακόμη και για εκείνα τα ελάχιστα δευτερόλεπτα που αρκούσαν, για να καθαρίσει επαρκώς τα απαραίτητα όργανα.

Οι μόνες του αναφορές ήταν ο μακρινός ορίζοντας, πάνω στον οποίο βάραινε το βιολετί, αφύσικο φως του λυκόφωτος αυτού του καταραμένου μέρους και το σκοτεινό δάσος στα αριστερά του, απ’όπου βγήκαν, λίγα λεπτά νωρίτερα, τα άλλα μέλη αυτής της αποστολής.

Στο χώρο αποσκευών, πίσω από την καμπίνα του πιλοτηρίου, δύο στρατιώτες ήταν πεσμένοι στο πάτωμα σε περίεργη στάση, σαν δύο σακιά πατάτες, τυχαία πεταμένα. Ο πρώτος ήταν σωματώδης, μεσαίου αναστήματος, με μαύρα μαλλιά και γένια λίγων ημερών. Το δεξί του πόδι είχε υποστηριχθεί με νάρθηκα, για να κρατά ευθυγραμμισμένο το σπασμένο μηρό του. Το παντελόνι του ήταν σκισμένο και η μπότα του είχε βγει. Όλο το πόδι ήταν καλυμμένο με αίμα που είχε πήξει. Ο άνδρας ήταν αναίσθητος από την αιμορραγία που επακολούθησε το πολλαπλό κάταγμα. Ο σφυγμός του ήταν αργός και αδύναμος, το σώμα παγωμένο, με την ωχρότητα του θανάτου.

Ο δεύτερος στρατιώτης ήταν γυναίκα. Είχε κοντά, ξανθά μαλλιά καλυμμένα με αίμα, που έβγαινε από ένα εκτενές τραύμα στο κεφάλι, πάνω από το αριστερό αυτί. Ένα κομμάτι δέρματος, διαμέτρου τουλάχιστον έξι εκατοστών, έλειπε ολοσχερώς, μαζί με τα μαλλιά που βρίσκονταν εκεί, κι αυτή η παραμόρφωση φαινόταν παράλογη σε σχέση με τα λεπτά χαρακτηριστικά της κοπέλας, τη στρογγυλεμένη γνάθο, το μικρό το πηγούνι, τη λίγο μυτερή μύτη και τα σαρκώδη χείλη. Τα μάτια ήταν κλειστά, αλλά τα βλέφαρα κινούνταν απότομα, παρόλο που δεν τα άνοιγε. Τα χείλη έτρεμαν, σαν να έκαναν μία σιωπηλή συζήτηση, και το σώμα διέτρεχαν ρίγη, από τον υψηλό πυρετό.

Οι στολές και των δύο δεν είχαν κανένα όνομα και κανένα διακριτικό σήμα. Κανένα διακριτικό με το όνομα, τον βαθμό, τίποτα που να μπορούσε να τους ταυτοποιήσει. Αυτοί οι δύο υπηρετήσουν στη SAS, στην πιο καλά εκπαιδευμένη μονάδα των Ειδικών Δυνάμεων. Ήταν ανώτερη βαθμίδα πολεμιστών, έτοιμοι να λειτουργήσουν και να επιβιώσουν σε απίθανες συνθήκες, σε οποιοδήποτε κλίμα και με οποιοδήποτε εχθρό, γρήγοροι, αποτελεσματικοί, θανατηφόροι. Οι αποστολές τους ήταν πάντα μυστικές

έτσι, οι ταυτότητά τους έπρεπε, πάντα, να αποκρύπτεται.

Και τώρα ήταν ανυπεράσπιστοι και χτυπούσαν εδώ κι εκεί, με κάθε κλίση του ελικοπτέρου, ενώ το μόνο πράγμα που τους γλίτωνε από το να πέσουν έξω από το ελικόπτερο, ήταν ένα σκοινί δεμένο στη ζώνη τους, που τους ασφάλιζε σε μία χειρολαβή, του χώρου αποσκευών.

Τα όπλα πάνω στο αεροσκάφος, ήταν εντελώς άδεια, συμπεριλαμβανομένου και του καινούργιου όπλου με πλάσμα, που τώρα κρεμόταν, σχεδόν λιωμένο, από τη βάση του, κάτω από την κοιλιά του ελικοπτέρου. Ήταν το αρχέτυπο και δεν αναμενόταν ότι θα χρειαζόταν να πυροβολεί συνεχόμενα, για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Και όλο αυτό, στην προσπάθεια να φτάσουν στο σημείο επικοινωνίας και να κρατηθεί η θέση πτήσης.

<Άνταμς! Έτοιμος να κατέβω!>, η κλήση έφτασε δυνατή και καθαρή στα ακουστικά του πιλότου.

Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, ο ουραίος έλικας σταμάτησε, για μία ακόμη φορά, αλλά εκείνος επανέφερε αμέσως τη θέση του αεροσκάφους, ενώ απαντούσε:

<Έτοιμος, κύριε!>

Κάτω από το ελικόπτερο, μέσα στη λεκάνη που σχημάτιζε η δίνη του έλικα στο δύσοσμο νερό, τρεις φιγούρες, σε ευθεία παράταξη, σαρώνονταν από την κυκλική ροή του αέρα, που έπεφτε με βία πάνω τους.

Ο Ταγματάρχης Κάμντεν πυροβολούσε ασταμάτητα προς το δάσος με το μυδραλιοβόλο, που το κρατούσε το με τα χέρια, παρά την απαγορευτική ένδειξη. Το όπλο ήταν καυτό και πολύ βαρύ. Ο στρατιωτικός έτριζε τα δόντια, ενώ το έσφιγγε και με τα χέρια του που έκαιγαν, το δάχτυλο κλειδωμένο στη σκανδάλη, με μάτια ερεθισμένα που εξέφραζαν πολύ δυνατό, ακατάσβεστο πόνο, που μετατρεπόταν σε ένα χείμαρρο από σφαίρες που ξέρναγε η μαύρη κάνη αυτού του εργαλείου του θανάτου. Ο Κάμντεν, ήταν καλυμμένος με αίμα, από την κορυφή ως τα νύχια, εν μέρει από μερικά επιφανειακά τραύματα στο θώρακα και στα χέρια, αλλά κυρίως, από το αίμα των τραυματισμένων συντρόφων του, τους οποίους έπρεπε να βοηθήσει και να σύρει μέχρι τον τόπο συλλογής.

<Ταγματάρχα!>

Ο Κάμντεν μόλις που άκουσε την κοπέλα που ούρλιαζε για να ξεπεράσει τον ακατάπαυστο σφυροκόπημα του πολυβόλου. Εκείνη, με τα πόδια σταθερά καρφωμένα στη λάσπη του έλους, κρατούσε υποβασταζόμενο, έναν αναίσθητο νεαρό, με σκούρο δέρμα, που είχε γείρει με το πρόσωπο προς τα πάνω και ο μισός είχε βυθιστεί στο νερό. Το κεφάλι του κρεμόταν αδρανές, το στόμα του μισάνοιχτο, το μάτια κλειστά. Από ένα βαρύ τραύμα στην κοιλιακή χώρα, έβγαινε μέρος από τα σωθικά του.

Η κοπέλα κοίταζε με απελπισία το δάσος, μετά το τραυματισμένο αγόρι, μετά τον Ταγματάρχη, που συνέχιζε να πυροβολεί. Είχε φτάσει στο αποκορύφωμα των δυνάμεών του, τα μαύρα μαλλιά του ήταν κολλημένα στο κεφάλι του από τον ιδρώτα και τη βρώμα που κάλυπταν με ένα καφετί χρώμα όλο του το κορμί, στο οποίο είχαν κολλήσει ρούχα ποτισμένα από τη δύσοσμη λάσπη.

<Ταγματάρχα!> φώναξε πάλι, με μία υστερική κραυγή.

O Κάμντεν της απάντησε με τη σειρά του με μία κραυγή, χωρίς να σταματά να ξερνά φωτιά προς το δάσος.

<Τώρα έχουμε αρκετό πλεονέκτημα για να μπορέσουμε να προσγειώσουμε το ελικόπτερο! Άνταμς! Τώρα!