banner banner banner
Οι Απόκληροι
Οι Απόκληροι
Оценить:
Рейтинг: 0

Полная версия:

Οι Απόκληροι

скачать книгу бесплатно


Η Γουάν έβαλε ένα ακόμη ποτήρι και βοήθησε τον άντρα της να το πιει.

«Χαίρομαι πολύ, Χενγκ. Νομίζω ότι αυτό το μιλσέικ είναι η λύση στην αρρώστια σου, αν και μπορούμε να το βελτιώσουμε. Ίσως μπορούμε να βρούμε κι άλλα υλικά για να αλλάξουμε λίγο τη γεύση του πού και πού για να μην είναι βαρετό».

«Ναι, θεία. Ήξερα ότι θα με βοηθήσεις».

«Οτιδήποτε για την οικογένειά μου, χαίρομαι πολύ που βοήθησα» απάντησε και του έδωσε ένα γνήσιο, σπάνιο μεν, ζεστό χαμόγελο.

Ανακάτεψε το υπόλοιπο αίμα και γάλα με μερικά βότανα σε μία κανάτα μιλκσέικ και μετά είπε:

«Χενγκ, νομίζω ότι πρέπει να ξεκουραστείς τώρα. Εδώ υπάρχει κι άλλο μιλκσέικ για αργότερα και θα δείξω στην οικογένειά σου πώς να το φτιάχνει όταν κατέβω κάτω, εντάξει; Ηρέμησε. Πάρε με αν θες βοήθεια. Αντίο προς το παρόν και γρήγορη ανάρρωση».

Μόλις κάθισαν όλοι στο μεγάλο τραπέζι του κήπου αναπαυτικά κι η Γουάν μοίρασε αναψυκτικά φρέσκων φρούτων και κρύο νερό, η Ντα πήρε τον έλεγχο της συζήτησης.

«Όπως είπα και πριν, δεν έχω δει ξανά ποτέ τέτοια ακραία περίπτωση, αλλά φαίνεται ότι η εμπειρία μου και τα Πνεύματα με οδήγησαν στην ενδεδειγμένη λύση. Ωστόσο, μέχρι τώρα χρησιμοποιήσαμε αυτό που αποκαλούμε ''έκτακτες πηγές. Δώσαμε στον Χενγκ αίμα ζώου που δεν τρώνε τα ίδια με τον άνθρωπο, οπότε θα έχει έλλειψη σε ζωτικά υλικά. Αυτό που χρειάζεται να κάνουμε είναι να του δώσουμε συχνό και τακτικό απόθεμα αίματος από ζώα που τρώνε ό,τι κι οι άνθρωποι. Όσο καλύτερο το ταίριασμα, τόσο το καλύτερο είναι για τον Χενγκ. Όλοι ξέρουμε ότι δεν τρώνε όλοι καθημερινά ό,τι έχει ανάγκη το σώμα, οπότε ας υποθέσουμε ότι ούτε ο Χενγκ το κάνει αυτό, αλλά αν του δώσουμε μόνο αίμα κοτόπουλου, θα στερηθεί πολλά και μόνο το μέρος αυτού που είναι ''κοτόπουλο'' θα ευδοκιμήσει και θα επιζήσει. Το ίδιο θα γίνει αν πίνει μόνο αίμα κατσίκας διότι το χορτάρι δεν είναι αρκετό για τους ανθρώπους μακροπρόθεσμα».

«Οπότε, τι προτείνεις, θεία Ντα;» ρώτησε ο Ντεν. «Να βρούμε αίμα μαϊμούς;»

«Ναι, είσαι στη σωστή κατεύθυνση, αλλά οι μαϊμούδες δεν τρώνε ακριβώς ό,τι κι εμείς, σωστά;»

Άφησε για λίγο να πλανηθεί η σκέψη της. Η Ντιν το κατάλαβε πρώτη.

«Θεία, εννοείς ότι ο μπαμπάς θέλει τακτικό απόθεμα από ανθρώπινο αίμα;»

«Ναι, αυτός θα ήταν ο πιο εύκολος τρόπος κι ίσως κι ο μοναδικός μακροπρόθεσμα. Αν δεν μπορείτε να βρείτε συχνό απόθεμα από ανθρώπινο αίμα, πρέπει να του δίνετε τεράστιες ποσότητες αίματος από διάφορα ζώα για να φτιάξετε την ανθρώπινη δίαιτα. Για παράδειγμα, τα γουρούνια τρώνε πολλά ίδια με εμάς, αλλά δεν τρώνε φρούτα ούτε χοιρινό. Υποθέτω ότι μπορείτε να κρατήσετε κάποια γουρούνια ως δωρητές για τον Χενγκ και να τα ταΐζετε φαγητό ειδικό για το σωστό αίμα και απόθεμα από άλλα ζώα, αλλά και πάλι θέλει πολλή προσπάθεια. Μπορείτε να κάνετε ένα κοκτέιλ από αίμα γουρουνιού, κατσίκας, κοτόπουλου, σκύλου και γάτας και να το κρατήσετε στο ψυγείο, αλλά κανείς δεν το έχει ξανακάνει και τα αποτελέσματα θα είναι απρόβλεπτα. Η λύση είναι πανεύκολη κι είναι το ανθρώπινο αίμα. Ελέγξαμε τα δείγματα του πατέρα σας για επτά ώρες και οι αποδείξεις ήταν ξεκάθαρες. Ο πατέρας σας δεν έχει αίμα. Καθόλου! Ούτε σταγόνα! Θα σας δείξω».

Η Ντα πήρε την τσάντα της κι έβγαλε τα βρύα που ήταν τυλιγμένα στο φύλλο μπανάνας.

«Αυτά είναι τα ούρα του πατέρα σας. Δείτε!» Τους έβαλε φωτιά. «Η φωτιά τρεμοπαίζει λόγω της υγρασίας, αλλά δείτε, δεν υπάρχει χρώμα, ούτε αλάτι, ούτε βιταμίνες, τίποτα στο αίμα. Έχει μόνο νερό στις φλέβες του ακόμη κι αν κοκκινωπό. Μπορούμε να του κάνουμε αφαίμαξη αργότερα και να το ελέγξετε αν θέλετε. Αν είχε αληθινό αίμα, τα βρύα θα είχαν ήδη ξεραθεί και θα φαινόταν το χρώμα τους καθώς καίγονταν. Το ίδιο και με την πέτρα, κοιτάξτε! Ο Χενγκ έφτυσε εδώ, αλλά δεν υπάρχει καθόλου, αλάτι, μόνο νερό. Ο πατέρας σας δεν έχει καθόλου αίμα, ούτε σταγόνα!»

«Είναι άσχημο αυτό, θεία σαμάνε;» ρώτησε ο Ντεν.

«Άσχημο; Ο άνθρωπος δεν ζει χωρίς αίμα! Σ' αγαπώ πολύ, Ντεν, αλλά μερικές φορές φέρεσαι χαζά! Το μυαλό σας μόνο στο σεξ, όπως όλα τα αγόρια της ηλικίας σου! Και να με λες θεία εκτός του ιερού.

Ο πατέρας σας μεταμορφώθηκε σε βρικόλακα. Δάγκωσε κανέναν από εσάς πρόσφατα;»

«Όχι, θεία, αλλά ίσως δάγκωνε τις κατσίκες, δεν μπορούμε να ξέρουμε», είπε ο Ντεν.

«Αυτό είναι σοβαρό, πολύ σοβαρό. Έχω ακούσει ξανά τέτοιες περιπτώσεις, αλλά δεν είχα δει ξανά σε όλη τη μακρά ζωή μου».

«Ο πατέρας μου έγινε βρικόλακας; Περιμένετε να το πω στους φίλους μου. Χενγκ, ο Βρικόλακας! Αυτό είναι φανταστικό!» είπε ο Ντεν.

«Θα πεθάνει σύντομα;» ρώτησε η Ντιν.

«Προσπαθούμε να τον σώσουμε, βάζουμε τα δυνατά μας κι αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να το μάθει κανείς. Ντεν! Κατάλαβες! Κανείς μα κανείς, χαζό αγόρι! Είσαι σίγουρη ότι αυτό το αγόρι είναι της οικογένειας Λι, Γουάν;»

Έριξε ένα κατηγορηματικό βλέμμα στη Γουάν, η οποία την κοιτούσε βλοσυρά με όση ασέβεια είχε επιστρατεύσει απέναντι σε μία ηλικιωμένη που μόλις έσωσε τον άντρα της από τον θάνατο.

«Ορίστε, αυτές είναι οι επιλογές σας. Στην τελική, δική σας είναι η απόφαση, και των τεσσάρων, αφού θα πρέπει να προμηθεύεστε το ''γιατρικό'' που θα δίνετε στον Χενγκ για όλη την υπόλοιπη ζωή του καθώς δεν υπάρχει άλλη γιατρειά για την κατάστασή του».

Η Ντα έγειρε πίσω σε ένα από τα στηρίγματα της οροφής κι έκλεισε τα μάτια της σαν να έκλεινε ένα βιβλίο και τελείωνε τη συνεδρία της.

Η οικογένεια την κοίταξε και μετά κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον αναρωτιόνταν πώς θα γλίτωναν.

Καθώς η θεία Ντα φαινόταν να είναι σε καταστολή ή κοιμισμένη, όλοι τρεις λογομαχούσαν για το τι θα πρέπει να κάνουν.

«Λοιπόν», είπε η Γουάν «δεν μπορούμε να πάρουμε πολύ αίμα από τους ντόπιους, σωστά; Οι περισσότεροι δεν θα έδιναν ούτε κομμάτι από κρύα πουτίγκα, πόσο μάλλον μία πίντα από το αίματος και δεν έχουμε λεφτά να πληρώσουμε».

«Θα αιχμαλωτίσουμε τουρίστες, θα βάλουμε το αίμα τους σε μπουκάλια και θα τα αποθηκεύσουμε στο ψυγείο» είπε ο Ντεν.

«Δεν έρχονται πολλοί τουρίστες εδώ, έτσι δεν είναι, Ντεν;» είπε η μητέρα του με γύρισμα της γλώσσας της.

«Μπορούμε να κάνουμε το κοκτέιλ με το αίμα διάφορων ζώων και να δωρίζουμε μία πίντα από το αίμα μας κάθε μήνα», πρότεινε η Ντιν.

«Δεν ξέρω πόσο αίμα μπορεί να δώσει ένας άνθρωπος τον χρόνο, αλλά δώδεκα πίντες μου ακούγονται πάρα πολλές. Καλή σκέψη, όμως, γλυκιά μου.

Ίσως κάποια μέλη της οικογένειας να μπορούν να δωρίσουν αίμα πού και πού, ο πατέρας σας είναι αρκετά αρεστός στην περιοχή».

«Μπορούμε να προσφερθούμε να πάρουμε το αίμα των πεθαμένων» είπε ο Ντεν.

«Πρέπει να πάρεις το αίμα κάποιου πριν πεθάνει, καλέ μου, αλλιώς η καρδιά έχει σταματήσει και δεν υπάρχει τίποτα για να αντλήσουμε το αίμα».

«Μπορούμε να τους κρεμάμε από τα πόδια και να τους βάζουμε μία κάνουλα στον λαιμό ή την καρδιά τους ή και τα δύο;»

«Κατάλαβα. Οπότε αν πεθάνει η αγαπημένη μαμά κάποιου και όλοι κλαίνε, προτείνεις να τρέξουμε πριν κρυώσει και να ρωτήσουμε αν μπορούμε να τη δέσουμε και να στραγγίσουμε το αίμα της σε έναν κουβά για να πιει ο αγαπημένος σου πατέρας; Πώς νομίζεις ότι θα πετύχει αυτό;»

«Μπορούμε να ζητήσουμε και πριν λίγο».

«Μην προτείνεις ξανά κάτι τόσο χυδαίο και χαζό!»

«Τι λέτε για μωρά; Ίσως όχι, σωστά;» είπε ο Ντεν και μετά σιώπησε, καθώς όλες του οι προτάσεις απορρίφθηκαν.

«Εν κατακλείδι, έχουμε τις εξής επιλογές: συλλογή ανθρώπινου αίματος και συλλογή αίματος από διάφορα ζώα και δεν ξέρουμε αν θα δουλέψει κανένα από τα δύο. Κάτι άλλο;»

«Θα μπορούσαμε ή ίσως όχι...»είπε.

«Έλα, πες το, χαζό ή όχι. Είμαστε απελπισμένοι και θα σκεφτούμε κάθε πιθανή λύση» είπε η μητέρα τους.

«Θα μπορούσα να γίνω Μουσουλμάνος, να έχω τέσσερις γυναίκες οπότε θα είχαμε ακόμα τέσσερις δωρητές αίματος, κι αν η κάθε μία έκανε από τέσσερα παιδιά, τότε θα είχαμε ακόμα δεκαέξι δωρητές αίματος και...»

«Ναι, εντάξει, Ντεν, ευχόμουν να μην είχα ρωτήσει. Το επόμενο που θα προτείνεις είναι να εκπορνευτεί η αδερφή σου και να χρεώνει δύο πίντες αίμα!»

Η Ντιν κοκκίνισε με τη σκέψη και σοκαρίστηκε που η μητέρα της που το είπε η μητέρα της, αλλά ο Ντεν το καλοσκεφτόταν μέχρι που τον κλότσησε η μητέρα του.

«Όπως το βλέπω, έχουμε ακόμα δύο προβλήματα που δεν τα έχουμε σκεφτεί ακόμα» είπε η Ντεν.

«Η θεία Ντα είπε ότι ο μπαμπάς πρέπει να εγκρίνει το σχέδιο μας επειδή πρέπει να το πιει και χρειαζόμαστε κάτι για αύριο».

«Ίσως να χρησιμοποιήσουμε το αίμα της κατσίκας για αύριο καθώς φαίνεται ότι άρεσε στον πατέρα σας σε σχέση με τη γεύση του κοτόπουλου, αλλά έχεις δίκιο, Πρέπει να βρούμε κάτι πιο μόνιμο σύντομα. Μπορούμε να ρωτήσουμε τη θεία αργότερα. Όσον αφορά τον πατέρα σας, θα πρέπει να τρώει ό,τι του δίνουμε και να είναι ευγνώμων, μέχρι να δυναμώσει και να αποφασίζει μόνος τους το διατροφικό του πρόγραμμα, αλλά σίγουρα θα είναι ευγνώμων που τον σκεφτήκατε».

Όταν κι οι τρεις χάθηκαν στις σκέψεις του, η Ντα ξύπνησε.

«Βρήκατε καμιά ιδέα ή να προτείνω λύσεις;»

«Όχι, θεία» παραδέχτηκε η Γουάν «Ο Ντεν είχε κάποιες ιδέες, αλλά δεν είναι εφαρμόσιμες. Δυστυχώς, μείναμε με τις προτάσεις που είπες πριν λίγες ώρες».

«Φαντάστηκα ότι αυτό θα γινόταν, αλλά για να είμαι ειλικρινής, δεν υπάρχει εύκολη λύση στο πρόβλημα. Κι εγώ, επίσης, απέκλεισα όλα μου τα γιατροσόφια, αλλά αρχίζει και βραδιάζει και έχω κουραστεί, οπότε μπορεί κάποιος από εσάς να με πάει σπίτι και να σκεφτούμε καλύτερα το θέμα;»

«Περίμεναν να γυρίσει ο Ντεν πριν φάνε, ελέγξουν τα ζώα, κάνουν ντους εναλλάξ και περνώντας τις τελευταίες στιγμές της μέρας πριν πάνε για ύπνο νωρίς καθώς ήταν όλοι συναισθηματικά μουδιασμένοι. Ωστόσο, η αλήθεια ήταν ότι κανείς δεν ήθελε να ανέβει πάνω και να είναι μόνος του με έναν βρικόλακα, οπότε προτιμούσαν να ανέβουν όλοι μαζί.

Η Γουάν δεν ήθελε να κοιμηθεί μαζί του, αλλά ένιωθε υποχρεωμένη, κι ως μεγαλύτερη, ανέβηκε πρώτη, με ένα κερί στο χέρι και τα παιδιά να την ακολουθούν.

Σταμάτησαν στο γαμήλιο κρεβάτι και τον κοίταξαν. Ο Χενγκ ήταν καθιστός στο κρεβάτι, με χλωμό πρόσωπο, και κοραλλί μάτια που έλαμπαν στο σκοτάδι.

«Καλησπέρα, οικογένεια!» είπε με σιγανή βραχνή φωνή.

Πήγαν κι οι τρεις στα κρεβάτια τους, αλλά δεν μπορούσαν να πάρουν τα μάτια τους από τον Χενγκ που δεν κουνιόταν και κοιτούσε μπροστά του.

1 3. Ο ΒΡΙΚΟΛΑΚΑΣ ΧΕΝΓΚ

Όταν ξύπνησαν το πρωί, έχοντας σταδιακά κοιμηθεί από την κούραση, ο Χενγκ ήταν καλυμμένος με κουβέρτες και κι ένα μαξιλάρι στο κεφάλι του.

Όλοι κατέβηκαν γρήγορα κάτω, προσπερνώντας γρήγορα το κρεβάτι του.

«Μαμά, είδες τον μπαμπά χθες το βράδυ;» ρώτησε ο Ντεν. «Τα μάτια του και το δέρμα του έλαμπαν στο δωμάτιο, αλλά ήταν τα μάτια του, σωστά; Ήταν μαύρα σαν τα δικά μας, αλλά τώρα είναι κόκκινα με ροζ. Πρέπει να έχει σχέση με το αίμα».

«Δεν ξέρω, καλέ μου, αλλά πρέπει να έχεις δίκιο. Πήγαινε με την αδερφή σου να φέρεται λίγο ακόμα γάλα. Θυμάσαι πώς πήρε το αίμα η θεία σου;»

«Ναι, μαμά, αλλά θα πάρω από άλλον τράγο σήμερα για να θεραπευθεί ο χθεσινός, εντάξει;»

«Ναι, καλή ιδέα, Ντεν.Χρησιμοποίησε διαφορετικό τράγο κάθε μέρα για αίμα κι η Ντιν να συνεχίσει την καθημερινότητά της με το γάλα. Προς το παρόν τουλάχιστον, το γάλα από τις κατσίκες είναι όλο για τον πατέρα σας, εντάξει; Το χρειάζεται περισσότερο από εμάς και δεν θέλουμε να πεινάσει στη μέση της νύχτας, σωστά;»

«Φυσικά κι όχι, μαμά! Μου πήρε πολλή ώρα να κοιμηθώ χθες. Φοβόμουν ότι ο μπαμπάς θα σηκωθεί και θα περπατάει ίσως ψάχνοντας κάτι ή κάποιον να φάει».

«Μην ανησυχείς για τέτοια πράγματα, Ντεν. Είμαι πιο κοντά από εσένα, οπότε σε μένα θα έρθει πρώτα, αλλά αν δεις έναν ζαρωμένο, αιματοβαμμένο σάκο από δέρμα στο κρεβάτι του, φύγε. Το ίδιο κι αν δεις τέσσερα κόκκινα μάτια να σε κοιτάνε από την κουνουπιέρα κάποιο πρωινό».

«Να είσαι σίγουρη! Πάω να πάρω το αίμα τώρα! Πού είναι η Ντιν;»

«Δεν ξέρω, ίσως ξεκίνησε ήδη. Κάνε τη δουλειά σου κι εγώ θα πάω να πάρω τη θεία Ντα με το μηχανάκι· νομίζω ότι χρειαζόμαστε ακόμη βοήθεια με τον πατέρα σου. Να περιμένετε με την αδερφή σου να γυρίσω για να ανεβείτε πάνω, εντάξει;»

«Ναι, μαμά, δεν χρειάζεται να το πεις ξανά, αλλά τι θα γίνει αν κατέβει κάτω;»

«Δεν νομίζω να κατέβει. Κοιμόταν του καλού καιρού όταν σηκώθηκα από το κρεβάτι, αλλά όχι για πολύ ακόμα. Ακόμα κι αν σηκωθεί, μην τον αφήσετε να σας φιλήσει για καλημέρα».

Η Γουάν επέστρεψε μετά από δέκα λεπτά με την Ντα, η οποία καθόταν στο τραπέζι της περιμένοντας την αναπόφευκτη επίσκεψη από κάποιον από την οικογένεια του Χενγκ.

Όταν επέστρεψαν, Ο Χενγκ δεν είχε κατέβει, η Ντιν μάζεψε το γάλα κι ο Ντεν ήταν σχεδόν έτοιμος.

«Εντάξει» είπε η Ντα «Προς το παρόν, προτείνω μισό γάλα κατσίκας, μισό αίμα με μια κουταλιά του γλυκού βασιλικού, κόλιανδρο και μία πρέζα από αυτό. Καλό ανακάτεμα κι είναι έτοιμο. Δώστε του μισό λίτρο το πρωί και το υπόλοιπο πριν κοιμηθεί. Θα φτάσει για τώρα. Μην του δώσετε σκόρδο, είναι κακό για τους βρικόλακες! Πάμε να τον δούμε τώρα».

«Πριν ανέβουμε, θεία Ντα, πρέπει να σου πω ότι χθες το βράδυ καθόταν ξύπνιος στο κρεβάτι λαμπυρίζοντας σαν φάρος με το ωχρό δέρμα του και τα ροζ μάτια του με τις κόκκινες κόρες. Κι όταν μας μίλησε! Βούδα μου! Δεν έχω ακούσει ποτέ ξανά κάτι τέτοιο. Μας είπε «Καλησπέρα, οικογένεια!» με μία παράξενη βαθιά φωνή· ήταν πολύ τρομακτικό».

«Ξέχασέ το. Πάμε τώρα να τον δούμε».

Ανέβηκαν πάνω με το μιλκσέικ και μπήκαν στο δωμάτιο. Τα παραθυρόφυλλα ήταν κλειστά οπότε επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι. Η Γουάν βγήκε πάλι έξω, πήρε ένα κερί, το άναψε με έναν αναπτήρα που κρεμόταν σε ένα σκοινί εκεί κοντά και μπήκε πάλι στον δωμάτιο ενώ η Ντα είχε πλησιάσει κοντά στο κρεβάτι που κοιμόταν ο Χενγκ.

Το φως του κεριού δεν αποκάλυψε κάτι διαφορετικό, οπότε έδεσαν την κουνουπιέρα και κάθισαν στο κρεβάτι. Η Γουάν σήκωσε τα σκεπάσματα κι εκεί κειτόταν, ξαπλωμένος, γυμνός με τα χέρια ανοιχτά σαν τον Χριστό στον Σταυρό, με μάτια ανοιχτά σαν δύο βαθείς κόκκινοι κύκλοι μέσα σε ροζ αμύγδαλα περιστοιχίζοντας μία φρικιαστική, ανέκφραστη μάσκα και δύο χείλη σαν μικρές γραμμές.

Η Γουάν κοίταξε ερωτηματικά τη Ντα που εξέταζε τον ασθενή. Έβαλε την ανάστροφη του χεριού της στο μέτωπο του και δεν εξεπλάγη που είχε κανονικά θερμοκρασία.

«Πώς είσαι σήμερα, Χενγκ;» ρώτησε η γυναίκα του.

«Πεινάω. Όχι, διψάω» είπε με λέξεις που βγήκαν από το στόμα του σαν βράχοι σε κατολίσθηση.

«Εντάξει, καλέ μου, ανακάθισε. Έχουμε ακόμα λίγο υπέροχο μιλκσέικ για σένα».

Τακτοποίησαν τα μαξιλάρια, τον έβαλαν να σηκωθεί και τον σκέπασαν με μία κουβέρτα.

«Πιες αυτό, αγάπη μου. Είναι η γεύση που σου άρεσε περισσότερο χθες».

Η Ντα έβαλε λίγο σε ένα ποτήρι μαζί με ένα καλαμάκι. Ο Χενγκ ήπιε δύο ποτήρια από το ροζ υγρό με ένα μείγμα από βότανα και ζωντάνεψε. Κάθισε καλά και κοίταξε γύρω του σαν να ήταν η πρώτη φορά.

«Σου αρέσει, Χενγκ; ρώτησε η Ντα. «Βλέπω ότι είσαι πιο ζωντανός από ο,τι όταν ήρθαμε. Νομίζεις ότι μπορείς να κατέβεις; Ο ήλιος θα σου κάνει καλό γιατί είσαι λίγο χλωμός. Δεν συνηθίζεις να μένεις μέσα, σωστά;»

Ο Χενγκ την κοίταξε σαν να μιλούσε μία ξένη γλώσσα και μετά κοίταξε τη γυναίκα του.

«Θες να πας τουαλέτα, Χενγκ; Έχουν περάσει πολλές ώρες. Πώς είσαι εκεί κάτω; Θες να πάμε τουαλέτα ή να σου φέρω έναν κουβά εδώ;»

«Ναι, καλή ιδέα. Θέλω να πάω κάτω στην τουαλέτα, αλλά πρώτα θέλω λίγο ακόμη μιλκσέικ».

Αφού καμία από τις δύο δεν ήξερε πόσο έπρεπε να πιει, τον άφησαν να πιει όσο ήθελε κι έτσι ήπιε όλο το λίτρο.

Η Ντα καθόταν και παρακολουθούσε καθώς η Γουάν τον βοηθούσε να ντυθεί. Μόλις έδρασε το μιλκσέικ, ο Χενγκ αναζωογονήθηκε.

«Έλα, καλέ μου, να σε ντύσω και να κατέβουμε κάτω».

Τον έπιασαν από τα μπράτσα και βοήθησαν τον άντρα που έτρεμε να σηκωθεί. Ήταν σαν ποδήλατο με ετοιμόρροπα λάστιχα. Όταν έφτασε στο πλατύσκαλο, μόρφασε λίγο στη θέα του ήλιου, αλλά όλοι έτσι θα αντιδρούσαν αν ήταν κλεισμένοι μισή μέρα μέσα στο σκοτάδι. Ο Ντεν κι η Ντιν είδαν τον πατέρα τους να κατέβει τη σκάλα σαν αλκοολικός υποβασταζόμενος από τη γυναίκα και τη θεία του.

Τρόμαξαν που έδειχνε τόσο εύθραυστος και διαφορετικός. Ο Χενγκ ήταν πάντα αδύνατος, αλλά τώρα ήταν κοκαλιάρης, λευκός σαν τον χιόνι και με δύο κόκκινα αμύγδαλα για μάτια. Μετακινήθηκαν ότι έγειρε στο τραπέζι να ξαποστάσει.

«Ντεν, έχεις ακόμα τα παλιά γυαλιά ηλίου; Νομίζω ότι ο πατέρας σου τα χρειάζεται σήμερα καθώς τα μάτια του είναι λίγο ευαίσθητα».

Η Ντα είπε «Μπορείς να πας μόνη σου τον Χενγκ στο μπάνιο ή θες να σε βοηθήσει ο Ντεν;»

«Όχι, νομίζω ότι θα τα καταφέρω».

Τον οδήγησε και με το ελεύθερο χέρι του προστάτευε τα μάτια του από τον ήλιο.

Όταν τον έβαλαν στο τραπέζι μετά από δεκαπέντε λεπτά, φαινόταν εξουθενωμένος από την προσπάθεια.