скачать книгу бесплатно
'Επίπεδο επτά; Είσαι σίγουρος;' Ρώτησε. Οτιδήποτε πάνω από επίπεδο πέντε ήταν πολύ επικίνδυνο και φοβερά σπάνιο.
'Είναι μια πρώτη εκτίμηση,' απάντησε ο Ζάκαρι. 'Μπόρεσε να παγιδέψει έναν από τους δυο έκπτωτους που ακολουθούσαμε και από ότι φαίνεται ακόμη ένας έκπτωτος ήταν εκεί μαζί του εδώ και καιρό. Εφόσον αυτοί θεωρούνται επίπεδο επτά τότε φαντάζομαι πως οτιδήποτε τόσο δυνατό ώστε να τους παγιδέψει είναι τουλάχιστον ισάξιο.'
Η Αντζέλικα έψαχνε στη βάση δεδομένων της. Τα περισσότερα από τα στοιχεία που είχε στη διάθεση της είχαν παρθεί παράνομα από τα θησαυροφυλάκια του Βατικανού, αλλά κανείς δεν έφερνε αντίρρηση στα αποτελέσματα της. Το γεγονός ότι ένας δαίμονας επιπέδου επτά μπορεί να υπάρχει στο Λος Άντζελες ήταν αρκετό για να ξυπνήσει όχι μόνο εκείνη αλλά και όλη την ομάδα των ερευνητών.
Κάθε δαίμονας ήταν τοποθετημένος σε μια κλίμακα από το ένα ως το δέκα, με δέκα τον ίδιο τον Διάβολο. Δεν ήθελε καθόλου να έρθει αντιμέτωπη με κάποιον που είχε αρκετή μαγεία για να διώξει έναν δαίμονα επιπέδου επτά...χρειαζόταν τον κεραυνό του Θεού για να το καταφέρει.
'Δε βρίσκω τίποτα να αναφέρει δαίμονα που λέγεται Μίζερι στο Λος Άντζελες και στην ευρύτερη περιοχή,' είπε μετά από μερικά λεπτά. 'Άφησε με να τσεκάρω και τον εξωτερικό σκληρό δίσκο που έχω και να ρίξω μια ματιά σε όλους τους φακέλους.'
Άκουσε τον Ζάκαρι να μιλάει σε κάποιον στο βάθος και κατάλαβε πως ήταν ο Τρέβορ, μέχρι που άκουσε ακόμη μια φωνή από μέσα.
'Σε ποιον μιλάς;' Ρώτησε με περιέργεια.
'Το καινούριο μέλος της ομάδας μας, τον Τσαντ,' απάντησε ο Ζάκαρι. 'Είναι τοπικός μπάτσος που ξέρει λίγα παραπάνω από όσα θα έπρεπε, οπότε τον βάλαμε στην ομάδα για να προστατέψει τη μάζα, και λέγοντας μάζα εννοώ τους άλλους ηλίθιους με τους οποίους δουλεύει.'
Η Αντζέλικα γέλασε, 'Είναι μάλλον χειρότερα εκεί έξω.'
'Όχι και τόσο,' είπε ο Ζάκαρι.
'Εντάξει,' είπε η Αντζέλικα. 'Τα έχω όλα μπροστά μου, να ρίξω μια ματιά και να δω τι γίνεται και τι θα βρω.'
'Εννοείς δηλαδή πως δε γνωρίζεις;' Ο Ζάκαρι ρώτησε έκπληκτος.
Η Αντζέλικα αναστέναξε, 'Ξέρεις πως είμαι. Ξεχνάω ακόμη και το κεφάλι μου, καλά που είναι καρφωμένο πάνω μου. Δεν είχα την ευκαιρία να ερευνήσω όλα αυτά τα στοιχεία.'
'Ναι, όντως τα κατέβασες από το δίκτυο βιαστικά.' Είπε ο Ζάκαρι και αναστέναξε. 'Καλές στιγμές, καλές στιγμές.'
Η Αντζέλικα συνέδεσε τον σκληρό δίσκο, πληκτρολόγησε μια λέξη και πάτησε το κουμπί για να αρχίσει η αναζήτηση.
'Φαντάζομαι πως δε συμπεριφέρεσαι σαν καλό παιδί.' 'Ρώτησε η Αντζέλικα ακουμπώντας πίσω στον καναπέ της καθώς ο υπολογιστής φόρτωνε.
'Φυσικά και όχι,' γέλασε ο Ζάκαρι. 'Μπορείς να με πάρεις παντού μαζί σου, θυμάσαι;'
Η Αντζέλικα έκανε ένα μορφασμό καθώς θυμήθηκε πριν από μερικούς μήνες όταν είχαν πάει σε μια δεξίωση κυνηγώντας έναν τετράχρονο λυκάνθρωπο που είχε χαθεί και δεν ήταν πολύ χαρούμενος γι’ αυτό. Μέχρι το τέλος της νύχτας, ο Ζάκαρι είχε χάσει το παντελόνι του γιατί ο λυκάνθρωπος είχε αλλάξει μορφή όταν ένα παιδάκι άρχισε να τσιρίζει και το έκανε κομματάκια.
Το πιο αστείο ήταν πως ο Ζάκαρι δεν είχε βγάλει άχνα, απλώς τους πήρε από εκεί και περιφερόταν χωρίς παντελόνι μέσα στον κόσμο μόνο με το εσώρουχο του από κάτω και από πάνω με το πουκάμισο και το σακάκι του σμόκιν του Η Αντζέλικα δεν ήξερε αν πρέπει να ντραπεί ή να ξεσπάσει σε γέλια. Βλέποντας τα πόδια του Ζάκαρι με τις κάλτσες ως το γόνατο και τα κυριλέ παπούτσια του, κόντεψε να πέσει κάτω από τα γέλια όταν αρκετές από τις νεαρές κυρίες τον περιτριγύρισαν για να χορέψει μαζί τους.
Ο υπολογιστής της έκανε έναν θόρυβο και εκείνη κάθισε με ίσια πλάτη για να δει το αποτέλεσμα της έρευνας.
'Βρήκες κάτι;' Ρώτησε ο Ζάκαρι.
Η Αντζέλικα άνοιξε μερικούς φακέλους που είχαν την λέξη Μίζερι και άρχισε να διαβάζει. Καθώς διάβαζε, της έπεσε το τσιγάρο από το χέρι και προσγειώθηκε στο πόδι της.
'Άουτς, ανάθεμα το!' Είπε, σήκωσε το τσιγάρο και το έσβησε.
'Όλα καλά;' Ο Ζάκαρι συνοφρυώθηκε ανήσυχος και σήκωσε το χέρι του μόλις ο Τρέβορ ρώτησε να μάθει τι συνέβη.
Η Αντζέλικα διάβασε ξανά τις πληροφορίες για να σιγουρευτεί. 'Έρχομαι με την επόμενη πτήση,' τον πληροφόρησε πριν τραβήξει το τηλέφωνο από το αυτί της και το κλείσει. Δεν περίμενε να ακούσει καμία από τις ερωτήσεις του Ζάκαρι, έκλεισε το τηλέφωνο και κοίταξε ξανά την οθόνη του υπολογιστή της. Δεν ήταν αυτά που διάβασε που την έκαναν να είναι σίγουρη πως τα πράγματα ήταν επικίνδυνα...ήταν το γεγονός πως ο επικεφαλής της ομάδας την είχε κλειδώσει έξω από το φάκελο.
Αν ο Στορμ κρατούσε μυστικά…τότε εκείνη ήθελε να ξέρει το γιατί.
Κεφάλαιο 2
Ο Άντονι βημάτιζε αδιάκοπα στο μαρμάρινο πάτωμα του γραφείου του. Πέρασε το χέρι του μέσα από τα σκούρα μαλλιά του, μπερδεμένος και θυμωμένος. Ήξερε πως είχε χάσει την ψυχραιμία του όταν σκότωσε τον Άρθουρ και τώρα είχε σχεδόν χάσει το πλεονέκτημα για να δέσει την Τζούελ μαζί του και να την κάνει ταίρι του...όχι ότι αυτό θα τον σταματούσε.
Ήθελε να παραμείνει ήρεμος...αλλά όταν ο Άρθουρ ανέφερε τον πατέρα του, ο λυκάνθρωπος μέσα του βγήκε στην επιφάνεια και διαλύθηκαν όλα. Τώρα ήταν αναγκασμένος να χρησιμοποιήσει διαφορετικού είδους εξαναγκασμό για την υποψήφια νύφη του που το είχε βάλει στα πόδια. Το μόνο του πρόβλημα ήταν πως έπρεπε να την βρει πρώτα.
Κάποιος χτύπησε την πόρτα και ο Άντονι σταμάτησε να βηματίζει, ίσιωσε τα μαλλιά του και τα ρούχα του. Ήταν ο Άλφα και έπρεπε να διατηρεί άψογη την εμφάνιση του.
'Περάστε,' είπε με παγωμένη φωνή.
Η πόρτα άνοιξε και ένας από τους λύκους του μπήκε μέσα, κλείνοντας την πόρτα πίσω του.
'Τι ανακάλυψες;' Ρώτησε ο Άντονι.
Το μέλος της αγέλης φαινόταν πολύ νευρικό και ξερόβηξε για να καθαρίσει το λαιμό του. 'Έμεινα πίσω όπως με διέταξες για να δω αν ο παπάς επέστρεψε στην εκκλησία. Δε πέρασε πολύ ώρα και ξαφνικά έγινε χαμός και στην εκκλησία και στο νεκροταφείο από πίσω της. Άνθρωποι από το πουθενά εμφανίστηκαν, δεξιά και αριστερά.' Έκανε μια παύση και κατάπιε νευρικά πριν προσθέσει, 'Τότε πρόσεξα πως η Τζούελ ήταν μαζί τους.'
'Και λοιπόν που είναι;' Ο Άντονι απαίτησε να μάθει καθώς προχωρούσε προς το μέρος του λύκου με μεγάλες δρασκελιές. 'Γιατί δεν την έφερες πίσω μαζί σου;'
Ο λύκος έκανε προς τα πίσω με πανικό στα μάτια του, γνωρίζοντας καλά πως το να φέρνεις κακά νέα στον Άλφα δεν ήταν καλό πράγμα. 'Δε μπορούσα,' είπε τρέμοντας από το φόβο.
Το χέρι του Άντονι τινάχτηκε απότομα πιάνοντας τον λύκο από το λαιμό και σηκώνοντας τον στον αέρα. 'Είσαι λυκάνθρωπος. Γιατί δεν την πήρες απλώς με το ζόρι;'
'Ήταν περικυκλωμένη από λυκανθρώπους...ήταν πάρα πολλοί,' εξήγησε ο λύκος, σηκώνοντας τα χέρια του προσπαθώντας να μειώσει λίγο την πίεση γύρω από το λαιμό του.
Το χέρι του Άντονι έσφιξε και τα μάτια του άλλαξαν σε χρυσαφί χρώμα. Ο αδελφός του είχε γυρίσει τελικά από την Ιταλία, ήταν σίγουρος γι' αυτό. 'Δε σου έμαθα να πολεμάς άλλη αγέλη μόνος σου;' Ο αδελφός μου δεν πιάνει μια μπροστά σου. Ήταν ψέματα. Ο λύκος πιθανότατα θα βρισκόταν σε κάποιο χαντάκι νεκρός αν τολμούσε να τα βάλει με τον Αντρέα Βαλάτσι.
'Δεν ήταν λύκοι,' είπε ξέπνοα ο λύκος προσπαθώντας να πάρει ανάσα.
Ο Άντονι έστρεψε την προσοχή του πίσω στον άντρα που πνιγόταν και έβγαλε το χέρι του από το λαιμό του, βλέποντας πως παραλίγο θα τον σκότωνε. 'Ποιος ήταν;' Απαίτησε να μάθει καταπιέζοντας λίγο την οργή που ένιωθε.
Ο λύκος βρισκόταν πεσμένος στο πάτωμα προσπαθώντας να αναπνεύσει. Σηκώθηκε με δυσκολία στα τέσσερα προτού ξαναπέσει με το μέτωπο να ακουμπά στο κρύο μαρμάρινο πάτωμα. Αποκάλυψε το πίσω μέρος του λαιμού του δείχνοντας υποταγή στον αρχηγό του και ευχόταν να το είχε βάλει στα πόδια όταν είχε την ευκαιρία.
'Γάτες...μύρισα γάτες,' είπε μετά από λίγα δευτερόλεπτα, 'Κούγκαρ και τζάγκουαρ...πολλά.' Σήκωσε το κεφάλι του και είδε τα μάτια του Άντονι να σμίγουν απειλητικά. Γρήγορα πρόσθεσε, 'Υπήρχε ένα κούγκαρ που ήταν συνέχεια δίπλα της. Το μέρος ήταν γεμάτο από βρικόλακες επίσης. Ένα κομμάτι της εκκλησίας ανατινάχτηκε και μετά εμφανίστηκε και ένα μπατσικό.'
Ο Άντονι στάθηκε εκεί προσπαθώντας να καταλαγιάσει τον θυμό του. Όμως, όσο στεκόταν τόσο πιο πολύ εκνευριζόταν. Το σχέδιο του να αρπάξει το ταίρι του που είχε ξεφύγει γινόταν συνέχεια σκατά είτε από δικά του λάθη ή από λάθη που έκαναν οι άσχετοι κατώτεροι του.
Έκανε νόημα στους προσωπικούς του φρουρούς να πλησιάσουν. 'Να τον πάτε κάτω στο υπόγειο για να τιμωρηθεί για την αποτυχία του.
Ο λύκος σηκώθηκε στα γόνατα με παρακλητική έκφραση στο πρόσωπο του. Είχε ακούσει ιστορίες για το υπόγειο και τι γινόταν εκεί. Κάποιοι από τους λύκους είχαν επιβιώσει τα βασανιστήρια αλλά ακόμη είχαν τις ουλές στα σώματα τους που έδειχναν τι πέρασαν εκεί. Κλαψούρισε όταν οι φρουροί τον άρπαξαν από τα μπράτσα και τον σήκωσαν.
Οι φρουροί δεν κοίταξαν καν το πρόσωπο του, ούτε είπαν τίποτα καθησυχαστικό ή υποτιμητικό. Αν ήταν στο χέρι τους, θα τον είχαν αφήσει να φύγει. Για εκείνους, η Τζούελ είχε κάθε λόγο να τρέξει μακριά από τον Άλφα τους. Ήταν δυστυχισμένη και παρά τις προσπάθειες του Άντονι, δεν θα τον αγαπούσε ποτέ. Το να ζεις έτσι, να ακμάζεις από τη δυστυχία των άλλων δεν ήταν ο αληθινός τρόπος ζωής των λυκανθρώπων... ήταν ο τρόπος της Μαφίας.
Κάποτε, προστάτευαν την ανθρωπότητα από το κακό που απειλούσε να κατακτήσει τον κόσμο. Τώρα, με εξαίρεση κάποιες φυλές που βρισκόταν στις ΗΠΑ και σε κάποια μέρη του εξωτερικού, αυτοί ήταν το κακό. Δεν ήταν παράλογο που οι θνητοί έκαναν ταινίες που τους παρουσίαζαν ως λυσσασμένα σκυλιά που προκαλούν θάνατο και καταστροφή.
Ο Άντονι ακολούθησε τους φρουρούς στο υπόγειο και γέλασε σαρκαστικά όταν ο νεαρός λυκάνθρωπος κλαψούρισε σιγανά. Το υπόγειο της έπαυλης είχε μεταμορφωθεί σε ένα τεράστιο θάλαμο βασανιστηρίων. Αλυσίδες κρεμόταν από τον απέναντι τοίχο με χειροπέδες για να κρατούν όποιον ήταν εκεί κολλημένο πάνω στην κρύα πέτρα του τοίχου.
Από τα δεξιά υπήρχε ένα τραπέζι γεμάτο με μαστίγια σε διάφορα μεγέθη. Ένα καζάνι πάνω σε φωτιά που έκαιγε και μέσα του υπήρχαν σίδερα, το χρησιμοποιούσαν για να μαρκάρουν, κάτι που ο Άντονι χρησιμοποιούσε σπάνια. Τέλος, στον τοίχο απέναντι ακριβώς υπήρχε μια σειρά από κελιά μέσα στα οποία ήταν φυλακισμένοι κάποιοι.
Μερικοί λυκάνθρωποι κινήθηκαν μέσα στις σκιές ετοιμάζοντας περισσότερα μηχανήματα, για έναν ιδιαίτερο καλεσμένο τον οποίο ο Άντονι είχε την τύχη να πιάσει λίγες εβδομάδες πριν. Σταμάτησαν και κοίταξαν με περιέργεια όταν ο Άλφα τους μπήκε στο θάλαμο με τους φρουρούς του και έναν καινούριο λύκο που έπρεπε να συμμορφωθεί.
Ο Άντονι στάθηκε πίσω καθώς οι φρουροί πέρασαν τις χειροπέδες, έδεσαν τον λύκο στον τοίχο και έφυγαν από τη μέση μόλις τελείωσαν.
'Τι θέλεις να κάνουμε, Άρχοντα Άντονι;' Ρώτησαν οι γηραιότεροι λύκοι.
'Θέλω να σιγουρευτείτε πως ο συγκεκριμένος θα πάρει το μάθημά του, Μπόρις,' απάντησε ο Άντονι. 'Απέτυχε να φέρει τη νύφη μου πίσω, και πρέπει να μάθει πως δεν ανέχομαι την αποτυχία.'
Ο Μπόρις κοίταξε το αγόρι πίσω τους και αναστέναξε σιωπηλά. 'Μα είναι μόνο ένα μικρό αγόρι.'
'Τότε λοιπόν θα μάθει εύκολα,' είπε ο Άντονι χωρίς κανένα συναίσθημα στη φωνή του.
Ο Μπόρις σήκωσε το χέρι του που ήταν γεμάτο ουλές και έκανε νόημα στους άλλους λυκανθρώπους. Εκείνοι πλησίασαν και έσκισαν το πουκάμισο του νεαρού λύκου. Ο Μπόρις σήκωσε ένα από τα μαστίγια, αυτό με τα εννιά λουριά και το τίναξε στον αέρα. Ο δεμένος λύκος ζάρωσε και ο Άντονι χαμογέλασε σατανικά.
Ο Μπόρις στάθηκε λίγα μέτρα πίσω από τον νεαρό δεμένο λύκο και τίναξε το μαστίγιο στην πλάτη του. Ο νεαρός λύκος ούρλιαξε μόλις το μαστίγιο χτύπησε την πλάτη του. Τα ουρλιαχτά συνεχίστηκαν καθώς ο Μπόρις συνέχισε να χτυπά το κάποτε άψογο δέρμα του αγοριού. Τελικά, σταμάτησε και ένας άλλος λυκάνθρωπος πήρε τη θέση του κρατώντας ένα μεγάλο μπολ γεμάτο αλάτι. Ακολούθησαν ακόμη περισσότερα ουρλιαχτά και κραυγές καθώς το αλάτι έπεφτε πάνω στις ανοιχτές πληγές.
Ο νεαρός λύκος έπεσε αποκαμωμένος πάνω στον τοίχο πιστεύοντας πως το βασανιστήριο του είχε τελειώσει, αλλά άρχισε να ουρλιάζει ξανά μόλις το μαστίγωμα ξεκίνησε από την αρχή...με τη διαφορά πως είχαν προστεθεί άλλα δυο λουριά στο μαστίγιο.
Ο Άντονι σήκωσε το δεξί του χέρι έτσι ώστε να μπορεί να βλέπει καλύτερα και συνοφρυώθηκε όταν είδε πως έπρεπε να λιμάρει ξανά τα νύχια του. Ανασηκώνοντας τους ώμους του, έφυγε από το θέαμα και πήγε στο πιο μακρινό κελί στο τέλος του υπογείου. Ένα χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπο του όταν άκουσε τις βαριές αλυσίδες να τρίζουν.
Ο άντρας μέσα στο κελί σηκώθηκε όρθιος προσπαθώντας να τραβήξει τις αλυσίδες και να φτάσει κοντά στον Άντονι.
Η κακή διάθεση του Άντονι ξαφνικά εξαφανίστηκε βλέποντας το περήφανο αρσενικό μέσα στο κελί. Το χαμόγελο του έγινε πιο πλατύ όταν σκέφτηκε έναν τρόπο να πάρει την Τζούελ πίσω στην αγκαλιά του και μακριά από τα κούγκαρ στα οποία είχε βρει καταφύγιο.
'Χαίρομαι που σε πυροβόλησα μόνο μια φορά Μάικλ... μου είσαι μάλλον χρήσιμος σε κάτι.'
*****
Η Τάμπαθα κοίταξε ολόγυρα το διαμέρισμα που μοιραζόταν με τον Κρις και ανατρίχιασε. Συνήθως δεν την πείραζε να είναι μόνη, για πολλούς λόγους, αλλά απόψε δε μπορούσε να το διαχειριστεί. Κοίταζε έξω από το παράθυρο όποτε άκουγε έναν ήχο πιστεύοντας πως ο Κρις είχε επιστρέψει. Σκεφτόταν πως ήταν καλά όταν η Ένβι και ο Ντέβον την άφησαν στο σπίτι, στο δρόμο τους για το σπίτι του Τσαντ, αλλά τώρα αντιλαμβανόταν πόσο είχε ανάγκη την παρέα τους.
Η Ένβι την είχε ρωτήσει αν ήθελε να πάει μαζί τους, στην περίπτωση που χρειαζόταν βοήθεια για να αντιμετωπίσει τον αδελφό της. Αλλά, η Τάμπι είχε σκεφτεί πως ίσως ο Κρις γύριζε σπίτι σύντομα και ήθελε να τον ρωτήσει τι συνέβη, γι' αυτό δεν αποδέχτηκε την πρόσκληση της Ένβι...και τώρα ευχόταν να είχε πάει μαζί τους.
Σκεφτόταν τον Κρις και οι σκέψεις της πήγαν στον Ντιν και πως είχε συμπεριφερθεί στην εκκλησία. Μπορούσε ακόμη να δει το ύφος στο πρόσωπο του όταν είδε τον Κέιν.
Η Τάμπαθα κούνησε το κεφάλι της όταν η εικόνα του Κέιν εμφανίστηκε στο μυαλό της, προσπαθώντας να μην τον σκέφτεται. Βλέποντας τον κάτω, νεκρό, είχε διαλύσει κάτι στην καρδιά της και στην ψυχή της. Δεν καταλάβαινε γιατί, αλλά η σκέψη και μόνο ότι είχε πεθάνει, την έκανε να θέλει να ξαπλώσει κάτω και να κουλουριαστεί σαν μπάλα.
'Σύνελθε,' ψιθύρισε για να σπάσει την σιωπή. 'Πρέπει να κάνεις κάτι για να ξεχαστείς.'
Σηκώνοντας το τηλέφωνο αποφάσισε να καλέσει τον Τζέισον στη δουλειά για να δει μήπως έγινε τίποτα ασυνήθιστο από την ώρα που ο Κρις είχε πάει στη Φλόριντα.
Το τηλέφωνο χτύπησε τρεις φορές πριν το απαντήσουν.
'Δασική Προστασία, Αξιωματικός Φοξ στο τηλέφωνο,' ακούστηκε μια σέξι φωνή.
'Έλα Τζέισον, η Τάμπι είμαι.' Χαμογέλασε για πρώτη φορά από την ώρα που είχε μπει στο σπίτι.
'Τάμπι;' Ο Τζέισον έβγαλε μια κραυγή και η Τάμπι άκουσε κάτι να πέφτει, μάλλον η καρέκλα, γιατί συνήθως ο Τζέισον καθόταν με τη καρέκλα να γέρνει προς τα πίσω και να στηρίζεται μόνο στα δυο πόδια. 'Που στα κομμάτια ήσουν;'
'Ο Κρις σχεδόν απήγαγε εμένα και την Ένβι και μας πήγε στη Φλόριντα για μερικές μέρες.' Απάντησε η Τάμπι. 'Μόλις γύρισα σπίτι και σκέφτηκα να τηλεφωνήσω για να μάθω τι έχασα.'
Ο Τζέισον αναστέναξε, 'εκτός από τα συνηθισμένα περίεργα που συμβαίνουν, δεν έχασες και πολλά. Το μόνο συναρπαστικό που συνέβη είναι τις προάλλες το βράδυ που μας πήρε τηλέφωνο ένας τρελάρας.'
Η Τάμπι χαμογέλασε και κάθισε στον καναπέ της. 'Για πες!'
'Ο Τζέικομπ και εγώ καθόμασταν εδώ, ήταν ήσυχη βραδιά και ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο. Το σήκωσα και ήταν ένας τύπος που άρχισε να μου λέει πως είδε ένα τζάγκουαρ να κυνηγάει ένα κούγκαρ μέσα στην πόλη με ένα κινητό τηλέφωνο δεμένο γύρω από τα πόδια του.'
Η Τάμπαθα δεν άντεξε και άρχισε να γελάει. Αν ήταν στη θέση του Τζέισον πριν από μερικές εβδομάδες, θα σκεφτόταν ακριβώς το ίδιο πράγμα. 'Ωραία πράγματα,' αναφώνησε.
'Εμένα μου λες;' είπε ο Τζέισον χαχανίζοντας. 'Ο Τζέικομπ και εγώ βάζουμε στοιχήματα αν θα υπάρχουν και γραπτά μηνύματα όταν βρούμε τον ταραξία.'
'Είσαι σίγουρος ότι δε πίνεις κανένα από τα σπέσιαλ κοκτέιλ της Κατ;' Ρώτησε η Τάμπι γελώντας.
'Δε πίνω ποτέ εν ώρα υπηρεσίας!' Αναφώνησε ο Τζέισον και η Τάμπαθα άκουσε το γέλιο του Τζέικομπ από το βάθος. 'Λοιπόν πότε θα επιστρέψεις στη δουλειά;'
Η Τάμπαθα ανασήκωσε τους ώμους της, 'δε ξέρω ακόμη.' Χρειάζομαι μερικές μέρες ακόμα και έχω αρκετές μέρες άδειας να σπαταλήσω.
'Τέλεια, παρόλαυτα μας λείπεις. Δεν είναι το ίδιο χωρίς το όμορφο προσωπάκι σου που φωτίζει το μέρος αυτό. Το μόνο που έχω τώρα είναι ο Τζέικομπ και δεν είναι και τόσο της προκοπής όταν τον κοιτάς.'
'Και εμένα μου λείψατε παιδιά,' είπε η Τάμπι και το εννοούσε. 'Θα βρεθούμε σε μερικές μέρες.'
Ο Τζέισον σώπασε για λίγο και η Τάμπαθα ενστικτωδώς γνώριζε τι θα ρωτήσει. 'Πως είναι η ΄Ενβι;'
'Καλά είναι και αυτή. Όπως εγώ, χρειάζεται και εκείνη μερικές μέρες μακριά.' Δάγκωσε το κάτω χείλος της όταν επακολούθησε σιωπή για λίγα δευτερόλεπτα.
'Είναι αλήθεια;' ρώτησε ο Τζέισον.
'Τι να είναι αλήθεια;' Η Τάμπαθα προσπάθησε να φανεί ότι δεν έχει ιδέα για ποιο πράγμα τη ρωτούσε.
'Είναι αλήθεια πως η Ένβι βγαίνει με τον Ντέβον Σάντος;' Ο Τζέισον έσφιξε το τηλέφωνο τόσο δυνατά που οι αρθρώσεις στα δάχτυλα του άσπρισαν.
Η Τάμπαθα αναστέναξε, ήξερε πως αυτό θα πληγώσει πολύ τον Τζέισον αλλά ως ένα σημείο ήταν και δικό του φταίξιμο. Κάποιος τόσο ωραίος όπως εκείνος δεν έπρεπε να είναι κολλημένος με το μόνο κορίτσι το οποίο τον έβλεπε ως καλύτερο φίλο και αδελφό.
'Ναι, είναι αλήθεια.' Είπε η Τάμπαθα μαλακά. 'Ξέρω πως δεν είχε σκοπό να σε πληγώσει. Σε αγαπάει...ξέρεις.'
Ο Τζέισον αναστέναξε ήρεμα και η Τάμπαθα τον λυπήθηκε. Κυνηγούσε την Ένβι τόσο καιρό και ήταν το μόνο κορίτσι το οποίο είχε κοιτάξει ποτέ. Τώρα δεν είχε καμία ελπίδα πια μαζί της αλλά η Τάμπαθα δεν είχε σκοπό να του το πει αυτό. Αυτό ήταν δουλειά της Ένβι.
'Το ξέρω πως δεν ήθελε να με πληγώσει,' είπε ο Τζέισον μετά από λίγο. 'Φαντάζομαι πως θα έπρεπε να το είχα πάρει χαμπάρι όταν εκείνη δεν καταλάβαινε καν πως φλέρταρα μαζί της.'
'Το καταλάβαινε, Τζέισον,' είπε η Τάμπαθα. 'Αλλά δεν ήθελε να χαλάσει τη φιλία σας.'
Ο Τζέισον μουρμούρισε, 'Ναι, το πιο πιθανό είναι να τη χαλούσε, αλλά δε μπορείς να κατηγορήσεις κάποιον που κάνει όνειρα, σωστά;'
'Μπορώ να σε κατηγορήσω για πολλά πράγματα,' άκουσε η Τάμπαθα τον Τζέικομπ να λέει από το βάθος.
'Εσύ να βγάλεις το σκασμό,' γρύλισε ο Τζέισον φιλικά και η Τάμπαθα τον άκουσε να κοπανάει την καρέκλα στο πάτωμα στην αρχική της σωστή θέση. 'Τάμπαθα, θα σε πάρω μετά.' Το παιδάκι εδώ άρχισε να μου πετάει χαρτάκια.'
Η Τάμπαθα χαχάνισε και κούνησε το κεφάλι της, 'Έγινε, τα λέμε μετά.'
Έκλεισε το τηλέφωνο και κάθισε για λίγο κρατώντας το στο χέρι πριν το βάλει πίσω στη φόρτιση. Κοίταξε γύρω της στο διαμέρισμα ξανά, και δεν ένιωθε πια τόσο μόνη. Ο Τζέισον θα χρειαζόταν τη φιλία της τώρα περισσότερο από ποτέ και το να την έχει κάποιος ανάγκη την έκανε να αισθάνεται μεγαλύτερη σταθερότητα.